Γνώμη Αγίου του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης για τον παπισμό του Φαναρίου
Παπικές αξιώσεις του Φαναρίου και σκέψεις για αυτόν του πρόσφατα αγιοκαταταγμένου Αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο (Σάχαρωφ).
Οι αξιώσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως για τον παπισμό στον ορθόδοξο κόσμο διαμορφώνονται σταδιακά ως νέα εκκλησιολογία. Είναι ακόμη πιο περίεργο το γεγονός ότι πρόσφατα ο πατριάρχης Βαρθολομαίος αγιοκατάταξε τον Αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο (Σάχαρωφ), τον γέροντα του Αγίου Όρους, ο οποίος μιλούσε πολύ έντονα για τον νεοπαπητισμό των φαναριωτών.
Ο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και το κέντρο της Ορθοδοξίας
Περίπου από τη δεκαετία του 1920 το Φανάρι άρχισε να αναπτύσσει ενεργά το δόγμα του αποκλειστικού ρόλου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στην οικογένεια των Ορθοδόξων Τοπικών Εκκλησιών. Το δόγμα της τιμής υπεροχής, το οποίο κανένας δεν αμφισβητεί ποτέ σε σχέση με τον άμβωνα της Κωνσταντινούπολης, άρχισε να μετατρέπεται σταδιακά σε δόγμα της πρωτοκαθεδρίας της εξουσίας του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης, που δεν έχει κανόνα και μάλιστα δογματικά θεμέλια.
Φυσικά, και νωρίτερα έχουν γίνει προσπάθειες να ξεχωρίσουν τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης πριν – η ιστορία της Εκκλησίας γνωρίζει από πρώτο χέρι για την αγάπη στη εξουσία του επίσκοπου της Δεύτερης Ρώμης. Όμως μόνο με τους πατριάρχες Μελέτιο (Μεταξάκη), Αθηναγόρα (Σπύρου) και Βαρθολομαίο (Αρχοντώνη) οι προσπάθειες της κατάληψης της εξουσίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία από εκπροσώπους του Φαναρίου έγιναν συστηματικές και ανοιχτές.
Σήμερα ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης διεκδικεί να λάβει στον Ορθόδοξο κόσμο εξουσία παρόμοια με εκείνη του Πάπα στην Καθολική Εκκλησία. Και δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε συχνά τις «θεολογικές» προϋποθέσεις μιας τέτοιας εξουσίας, οι οποίες είναι σε μεγάλο βαθμό παρόμοιες με τις καθολικές.
Για παράδειγμα, ο πολίτης Μονεμβασίας και Σπάρτης Ευστάθιος (Σπηλιώτης) πιστεύει ότι το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης είναι Κεφαλή της Ορθόδοξης Εκκλησίας επί γη: «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο διαδραματίζει συντονιστικό ρόλο για ολόκληρη την Ορθοδοξία». Κατά την άποψή του, όπου βρίσκεται ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης, υπάρχει το κέντρο της Ορθοδοξίας. Παρατηρήστε, όχι όπου είναι ο Χριστός...
Σ’ αυτόν απηχεί και άλλος επίσκοπος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Μητροπολίτης Αδριανούπολης κ. Αμφιλόχιος: «Υπάρχει άποψη ότι η Κεφαλή της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι ο Ιησούς Χριστός. Αλλά στην πραγματικότητα η Κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης».
Φυσικά, οι πιο μορφωμένοι και πολιτικά εκπαιδευμένοι υποστηρικτές του πρωτείου του Φαναρίου μιλάνε για αυτό το πρωτείο όχι τόσο ανοιχτά και βάζουν τις σκέψεις τους σε λεκτικές διατυπώσεις που επιτρέπουν αρκετές σημασιολογικές αποχρώσεις. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση αυτή, δεν είναι σε θέση να κρύψουν εντελώς την αδιάκριτη πεποίθηση ότι ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης κατέχει αποκλειστική θέση στην Ορθοδοξία.
Όποιος δεν είναι με το Φανάρι, δεν είναι με τον Χριστό;
Ένας από τους πιο γνωστούς θεολόγους με αυτή την έννοια, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, Ιερόθεος (Βλάχος), έγραψε σε ένα συγκλονιστικό άρθρο από τον Ιούνιο σχετικά με την κατανόηση του πρωτείου στην Ορθόδοξη Εκκλησία:
«Ο Οικουμενικός Πατριάρχης <...> είναι ὁ ἐκφραστής τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας καί διάκονος αὐτῆς, εἶναι ὁ Προεστώς τῆς Εὐχαριστιακῆς συνάξεως καί κατ᾿ ἐπέκταση καί ὁ Προεστώς στήν διοικητική διάρθρωση τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν. <...> Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ὡς Πρωτόθρονος ἔχει ὁρισμένα καθήκοντα, τά ὁποῖα στήν πράξη τοῦ τά ἔχουν ἀναγνωρίσει ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Μεταξύ αὐτῶν εἶναι ὅτι προήδρευσε στήν Β' Οἰκουμενική Σύνοδο καί στίς ἑπόμενες Οἰκουμενικές Συνόδους καί χορήγησε ὄχι μόνον τούς Τόμους Αὐτοκεφαλίας, ἀλλά καί τίς Πατριαρχικές ἀξίες καί τιμές, σέ ὅλες τίς νεώτερες Ἐκκλησίες, ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας μέχρι καί σήμερα. Ποιός τοῦ ἔχει ἀρνηθῆ αὐτά τά ἐξαιρετικά προνόμια καί καθήκοντα; Ὅποιος τά ἀρνεῖται ὄψιμα, γιά νά εἶναι συνεπής μέ τόν ἑαυτό του, θά πρέπει νά ἀρνηθῆ καί ὅλες τίς Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες καί τά Πατριαρχεῖα, τά ὁποῖα ἐκεῖνος χορήγησε στά νεώτερα χρόνια. <…> Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης εἶναι ὁ Πρῶτος πού συγκροτεῖ τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, κατά τόν τύπον τοῦ Χριστοῦ, χωρίς νά εἶναι "ἄκρος Ἀρχιερεύς" καί "βικάριος τοῦ Χριστοῦ"».
Τα τελευταία λόγια, σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Ιερόθεο, πρέπει να διακρίνουν μια τέτοια κατανόηση της πρωτοκαθεδρίας στην Ορθοδοξία από την Καθολική, όπου ο πάπας ονομάζεται «βικάριος του Χριστού».
Με τους πατριάρχες Μελέτιο (Μεταξάκη), Αθηναγόρα (Σπύρου) και Βαρθολομαίο (Αρχοντώνη) οι προσπάθειες της κατάληψης της εξουσίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία από εκπροσώπους του Φαναρίου έγιναν συστηματικές και ανοιχτές.
Αλλά στην πραγματικότητα, καμία διαφορά από τον καθολικισμό, εκτός από την ορολογία, σε τέτοιες δηλώσεις του ορθόδοξου θεολόγου δεν φαίνεται. Επομένως, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Μητροπολίτης Ιερόθεος δεν σταματά, αλλά προχωράει παρακάτω και συγκρίνει το πρωτείο του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης με τον Χριστό και την Εκκλησία Του:
«Η Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ καί ἔχει κεφαλή της τόν Χριστό, πού «μερίζεται ἀμερίστως ἐν μεριστοῖς» καί λειτουργεῖ σέ ὅλα τά ἐπίπεδα συνοδικά, ἀφοῦ, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, «Ἐκκλησία συστήματος καί συνόδου ἐστίν ὄνομα». <...> Ἑπομένως, ἡ αὐτοκεφαλία καί ἡ Πατριαρχική τιμή καί ἀξία δέν ἑρμηνεύονται ποτέ ὡς ἀνεξάρτητες Ἐκκλησίες, χωρίς Πρῶτον, ὡς «αὐτοκεφαλισμός». Μιά τέτοια νοοτροπία εἶναι κατάλυση τοῦ συνοδικοῦ καί ἱεραρχικοῦ πολιτεύματος τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι μιά σχισμαστική κατάσταση, μιά ἐκκλησιολογική αἵρεση».
Και αν ο Μητροπολίτης Ιερόθεος σταματούσε εδώ, θα μπορούσε κανείς να αναγνωριστεί τη θεολογική του ορθότητα, αν και με κάποιες επιφυλάξεις. Αλλά συνεχίζει: «Όποιος δεν βρίσκεται σε κοινωνία με τον Πρῶτον (Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης – συντ.), μαζί μέ τήν Σύνοδό του ἀποκόπτεται ἀπό τόν Πρῶτον καί διακόπτει τήν εὐχαριστιακή κοινωνία μαζί του».
Αλλά κι αυτό δεν το τέλος. Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος δηλώνει ότι «οἱ Πρῶτοι τῶν Ἐκκλησιῶν θεωροῦνται ὡς κεφαλή τῶν Ἐκκλησιῶν «εἰς τόπον καί τύπον» τῆς Κεφαλῆς, τοῦ Χριστοῦ. Ὁ «αὐτοκέφαλος Ἀρχιεπίσκοπος» χαρακτηριζόταν ἔτσι σέ σχέση μέ τόν Μητροπολίτη καί ὄχι σέ σχέση μέ τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, ἀπό τόν ὁποῖον ἐλάμβανε τήν χειροτονία καί τόν ὁποῖον μνημόνευε στήν θεία Λειτουργία.. <...> Κάθε αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία πρέπει νά ἔχη σχέση μέ τόν Οἰκουμενικό Θρόνο».
«Αποκλειστικά σωτήρια» χάρη του Φαναρίου
Μην νομίζετε ότι η διατύπωση του Μητροπολίτη Ιεροθέου είναι προσωπική του άποψη, η οποία δεν βρίσκει συμπάθεια στο Φανάρι. Όχι, στον ίδιο τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τους εκπροσώπους του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης αρέσει πολύ να υπογραμμίζουν την υπεροχή του Φαναρίου και τη φανταστική εξάρτηση άλλων Εκκλησιών από αυτό.
Εδώ είναι τα λόγια του Πατριάρχη Βαρθολομαίου προς τη Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία: «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως Μητέρα-Εκκλησία αγαπά πάντα τα τέκνα της, όπως κάθε μητέρα αγαπά τα παιδιά της. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι εκκλησίες έλαβαν τα αυτοκέφαλά τους, την πνευματική τους γέννηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο χειροτόνησε τον Άγιο Σάββα ως Αρχιεπίσκοπο. Δώσαμε αυτοκέφαλο στη Σερβική Εκκλησία και πάντα αγαπάμε και φροντίζουμε την Σερβική Εκκλησία ως μητέρα που φροντίζει τα παιδιά της. Και όταν κάποια παιδιά μερικές φορές δεν ακούνε τη μητέρα τους ή, στην προκειμένη περίπτωση, την Μητέρα-Εκκλησία, εξακολουθεί να αγαπά τα αχάριστα παιδιά της».
Και εδώ είναι τα λόγια του με μια άλλη ευκαιρία: «Η ορθόδοξη εκκλησιολογία και η κανονική τάξη δεν μπορούν να αλλάξουν και κανείς δεν μπορεί να τα αμφισβητήσει, ανεξάρτητα από το πόσο γενναίος είναι. <...> Τα πρωτεία και τα δικαιώματα του Φαναρίου δεν πρέπει να θεωρούνται ως επιθυμία για εξουσία ή ηγεμονία. <...> Το κύριο μέλημα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως είναι όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες. Μερικοί άνθρωποι κατηγορούν χωρίς ντροπή την Εκκλησία της ταπεινότητας, αν και αυτή η Εκκλησία τους έφερε στον Χριστό».
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος πιστεύει πραγματικά ότι το «μέλημά» του πρέπει να επεκταθεί σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, χωρίς να ληφθεί υπόψη η γνώμη ή η ιεραρχία τους: «Τα συμφέροντά του (Οικουμενικό Πατριαρχείο – συντ.) είναι παντού, η φροντίδα, η τρυφερότητά του και η προσευχή του για τα τέκνα του είναι παντού, και, όπως είναι γνωστό, καλύπτει όλη την Ορθοδοξία, όσο εξαρτάται από εμάς, το Φανάρι, προσφέρουμε το καλύτερο για παντορθόδοξη ενότητα και συνεργασία».
«Το κύριο μέλημα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως είναι όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες».
Πατριάρχης Βαρθολομαίος
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι μια τέτοια κατανόηση του ρόλου του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης μετατρέπεται σε ένα δόγμα της μοναδικότητας και της αναμφισβήτητης υπεροχής του. Να τι λέει είναι ένας από τους εκπροσώπους του ουκρανικού σχίσματος, ο «Καθηγητής Θεολογίας», πρώην εκπρόσωπος της UOC Γαβριήλ Κριζίνα: «Χάρη στην Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης, 10 από τις 15 Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες του κόσμου (συμπεριλαμβανομένης της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας) έλαβαν όχι απλώς τη χάρη του Θεού (ενέργεια), αλλά στην ουσία την αποκλειστικά σωτήρια χάρη του Θεού (που απουσιάζει σε αιρετικούς και ιεχωβάδες)».
Έτσι, ξεκινώντας από τον ισχυρισμό ότι στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ανήκουν όλες οι ορθόδοξες διασπορές του κόσμου (η ιδέα αυτή αναπτύχθηκε ενεργά από τον Πατριάρχη Μελέτιο (Μεταξάκη)), συνεχίζοντας με ειδικά πρωτεία χορήγησης αυτοκεφάλου και το δικαίωμα σύγκλησης Παντορθοδόξων Συνόδων, το Φανάρι κατέληξε στη διδασκαλία για την υπεροχή του και «την αποκλειστικά σωτήρια χάρη του Θεού».
Ο νεοπαπισμός του Φαναρίου και η αντίδραση του Αρχιμανδρίτη Σωφρονίου (Σάχαρωφ) σ’ αυτό
Ένας εξαίρετος θεολόγος και στοχαστής της εποχής μας, που πρόσφατα αγιοτατάχτηκε από το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης, ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος (Σαχάρωφ), ακόμα τον περασμένο αιώνα γνώριζε καλά που θα μπορούσαν να οδηγήσουν οι παπικές τάσεις μέσα στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως :
«Κατά την παρούσα στιγμή στους κόλπους της Αγίας μας Εκκλησίας ελλοχεύει ο μεγάλος κίνδυνος αλλοιώσεως της περί Αυτής δογματικής διδασκαλίας, επομένως, δε, και ο κίνδυνος αλλοιώσεως της Υπάρξεώς Της, διότι η δογματική συνείδηση τυγχάνει οργανικώς συνδεδεμένη προς όλη την πορεία του εσωτερικού πνευματικού βίου. Αλλάξτε κάτι στη δογματική σας συνείδηση και αναποφεύκτως στο σχετικό μέτρο θα αλλάξει και η μορφή της εσωτερικής υπάρξεώς σας. Και αντίθετα, η απόκλιση από την αλήθεια στην εσωτερική πνευματική ζωή θα οδηγήσει στην αλλοίωση της δογματικής συνειδήσεως. Η απώλεια της δογματικής αλήθειας θα έχει ως ανεπανόρθωτη συνέπεια την απώλεια της δυνατότητας της αληθινής θεογνωσίας, της οποίας η πληρότητα δόθηκε στην Εκκλησία. Η δογματική 10 ομολογία της Εκκλησίας συγκροτεί τέτοια οργανικά ακατάλυτη συνολική ενότητα, από την οποία δεν είναι δυνατή η αυθαίρετη απόσπαση επιμέρους τμημάτων. Η αλλοίωση σε ο,τιδήποτε μερικό, οπωσδήποτε θα έχει αντίκτυπο και στο σύνολο. Εάν τώρα νοθεύσουμε τη διδασκαλία περί Εκκλησίας, και επομένως, όπως ειπώθηκε ανωτέρω, και τη μορφή της Υπάρξεώς της, πώς θα μπορέσει να χρησιμεύσει για τους υιούς Της ως οδός προς την Αλήθεια; Θα ερωτήσετε: μα πού διαπιστώνεται τώρα αυτή η νοθεία; Απάντηση: στο νεοπαπισμό της Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος πολύ σύντομα από το θεωρητικό στάδιο επιχειρεί να μεταβεί στο πρακτικό».
Ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος τόνιζε ότι «η συλλογική αρχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι η ύπαρξη ως ως αδιαίρετη και ασύγχυτη Τριαδική Ενότητα, ως Τριάδα Ομοούσιο και Αδιαίρετο». Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της διδασκαλίας πρέπει να είναι η αγάπη. Η απώλεια ή η εξαθλίωση της αγάπης οδηγεί σε διαχωρισμούς και επιθυμία για υπεροχή: «Δεν έχουμε μέσα μας αγάπη, γι᾽ αυτό είμαστε ανίκανοι σε βάθος να γνωρίσουμε το πανανθρώπινό μας ομοούσιο και την ισότητα. Χάσαμε την αγάπη, εξ ου και έχουμε διαιρέσεις και μη χριστιανικές επιδιώξεις να επικρατήσουμε επί των αδελφών μας… Εάν ο άνθρωπος δεν έχει αγάπη, ποτέ δεν θα είναι σε θέση να «γνωρίσει το πανανθρώπινο ομοούσιο και την ισότητα».
Μέσα στην ακατανόητη Τριαδική ύπαρξη μπορούμε να δούμε τον «ισχυρισμό περί της ισοθεότητας, ισαξιότητας και ισοδυνάμου, περί της μίας δόξης, μίας ενέργειας και ενός θελήματος σε τέτοιο βαθμό, ώστε «απαγορεύεται» αυστηρώς από το δόγμα κάθε σκέψη περί ιεραρχικής διαρθρώσεως της Τριάδας ή υποταγής subordinatio. Με αυτή την έννοια είναι απαραίτητο να θεωρηθεί η σχέση μεταξύ των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών ως ενότητα στην αγάπη, αποκλείοντας την υποταγή ή, επιπλέον, τον κυρίαρχο χαρακτήρα μιας Εκκλησίας έναντι άλλου.
«Εάν τώρα νοθεύσουμε τη διδασκαλία περί Εκκλησίας, και επομένως, όπως ειπώθηκε ανωτέρω, και τη μορφή της Υπάρξεώς της, πώς θα μπορέσει να χρησιμεύσει για τους υιούς Της ως οδός προς την Αλήθεια; Θα ερωτήσετε: μα πού διαπιστώνεται τώρα αυτή η νοθεία; Απάντηση: στο νεοπαπισμό της Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος πολύ σύντομα από το θεωρητικό στάδιο επιχειρεί να μεταβεί στο πρακτικό».
Ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος (Σάχαρωφ)
Σύμφωνα με τον Πατέρα Σωφρόνιο «ο τριαδολογικός υιοθετισμός, όταν μεταφράζεται στη δομή της Εκκλησίας, μετεξελίσσεται σε μορφές του παπισμού, ο οποίος είναι παράλληλος προς την α´ ή β´ μορφή του τριαδολογικού υιοθετισμού. Ο παπισμός της Ρώμης, τοιουτοτρόπως, ο οποίος ανυψώνει τον Επίσκοπο Ρώμης σε βαθμίδα, που τον ξεχωρίζει από το υπόλοιπο σώμα της Εκκλησίας και τον καθιστά όχι απλώς μεγαλύτερο, αλλά της ΕΤΕΡΑΣ ΟΥΣΙΑΣ, αποτελεί παράδειγμα του εκκλησιολογικού υιοθετισμού, αντίστοιχου στην οντολογική πτυχή του αρειανικού τριαδολογικού υιοθετισμού. <...> Ο παπισμός της Ρώμης έφερε «εἰς 15 πέρας» την ιεραρχική δομή, εξαιρώντας από το όλο σώμα της Εκκλησίας κάποιον Επίσκοπο ως μοναδικό κάτοχο του χαρίσματος του αλάθητου και κατ᾽ αυτόν τον τρόπο στην ύπαρξη της Εκκλησίας απώλεσε την εικόνα της υπάρξεως της Αγίας Τριάδος, του ομοουσίου Της και της ισότητας των Υποστάσεων».
Το ίδιο συμβαίνει και με τον επίσκοπο της Κωνσταντινούπολης.
Ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος υπενθυμίζει ότι οι υποστηρικτές της μοναδικότητας και ιδιαιτερότητας του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως «πρώτα αποδέχθηκαν την πρωτοκαθεδρία της δικαιοδοσίας του Κωνσταντινουπόλεως, «διότι έχει πρωτεία στην Οικουμενική Εκκλησία» (;). Στη συνέχεια άρχισαν να κατοχυρώνουν στην Κωνσταντινούπολη το δικαίωμα να λειτουργεί ως ανώτατο εφετείο επί της Οικουμενικής Εκκλησίας, λησμονώντας τον μακραίωνα αγώνα της τελευταίας κατά των διεκδικήσεων του δικαιώματος αυτού από τον Ρώμης. Λησμονώντας ότι ακριβώς αυτές οι διεκδικήσεις του Ρώμης οδήγησαν στη μεγάλη και τελική διαίρεση των Εκκλησιών (1054)... Μη έχοντας καμία θεμελίωση γι᾽ αυτό ούτε στο κανονικό πολίτευμα της Εκκλησίας, αλλά ούτε και στη διαχρονική πρακτική αυτής, ωσάν την Πρώτη Ρώμη άρχισαν να κατοχυρώνουν τα δικαιώματα αυτά όχι με βάση τους κανόνες, αλλά με βάση τα διατάγματα του "Ίδιου του Θεού"».
Στα έργα του Πατρός Σωφρόνιου βρίσκουμε και την απάντηση στις δηλώσεις του μητροπολίτη Ιεροθέου (Βλάχου) που αναφέρθηκαν παραπάνω: το Φανάρι «δεν προβάλλει ακόμη το ετεροούσιό του έναντι των άλλων αυτοκεφάλων Εκκλησιών, αλλά τις νοεί πλέον ως ελλιπείς έναντί της: η Κωνσταντινούπολη είναι το πάν, είναι η Οικουμενική Εκκλησία¹², ενώ ο υπόλοιπες είναι μερίδες και ανήκουν στην Οικουμενική Εκκλησία μόνον και μόνον επειδή συνδέονται με την Κωνσταντινούπολη. <...> Και αυτή η μορφή παπισμού, είναι επίσης μια εκκλησιολογική αίρεση, όπως και ο παπισμός της Ρώμης. <...> Όταν εφαρμόζεται στη ζωή της Εκκλησίας αναποφεύκτως θα οδηγήσει στην αλλοίωση όλης της πνευματικής εικόνας της υπάρξεώς μας. <...> Ούτε ο τόπος, ούτε ο τίτλος, ούτε η φυλετική καταγωγή στην Εκκλησία δεν προσφέρουν προνόμια εξουσίας ή διδασκαλίας έναντι των άλλων τόπων ή λαών».
* * *
Σήμερα το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης κινείται γρήγορα προς την ενότητα με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Και φαίνεται ότι το ίδιο το γεγονός τέτοιου «κινήματος» είναι πολύ επιζήμιο για τις θεολογικές πεποιθήσεις των υποστηρικτών του. Υποστηρίζοντας την υπεροχή ενός επισκόπου πάνω σε άλλους και την υπεροχή μιας Τοπικής Εκκλησίας πάνω στις άλλες, το Φανάρι δείχνει όχι μόνο την έλλειψη αγάπης και την υπερηφάνεια, αλλά και, σύμφωνα με τον Άγιο Σωφρόνιο (Σάχαρωφ), πέφτει στην εκκλησιαστική αίρεση.
Οι παπικές αξιώσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως είναι πλέον τόσο προφανείς που η δήλωση περί του αντιθέτου προκαλεί μόνο αμηχανία. Οι φαναριώτες δουλεύουν με όλη τους τη δύναμη επί της θεολογικής τεκμηρίωσης αυτών των αξιώσεων προκειμένου να τους εδραιώσουν στη συνείδηση της Εκκλησίας και έτσι να καταστρέψουν αυτή τη συνείδηση. Η απάντηση στην ερώτηση «γιατί;» είναι προφανής: πειρασμός της εξουσίας. Και, δυστυχώς, στο Φανάρι είτε ξέχασαν είτε δεν θέλουν να θυμηθούν ότι όλα τα παραδείγματα υπερβολικής επιθυμίας για εξουσία κατέληξαν σε αποτυχία. Ακόμη και όταν ο πρώτος άγγελος προσπάθησε να αποκτήσει την απόλυτη δύναμη.