Μην αναγνώριση της PCU από Τοπικές εκκλησίες: αποτυχία Μπλίτσκριγκ Φαναρίου

10 Ιουνίου 2019 05:46
231
Μην αναγνώριση της PCU από Τοπικές εκκλησίες: αποτυχία Μπλίτσκριγκ Φαναρίου

Οι Ουκρανοί σχισματικοί συμφωνούν ήδη: Οι Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες δεν θα αναγνωρίσουν ποτέ την οργάνωσή τους.

Σήμερα μπορούμε ήδη να πούμε ότι η εσωτερική κρίση της PCU, η οποία τις τελευταίες μέρες έχει βγει στο δημόσιο επίπεδο, θα έχει σίγουρα αρνητικές συνέπειες για την αναγνώριση αυτής της θρησκευτικής δόμησης από την παγκόσμια Ορθοδοξία. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για αυτό.

Αλλά προτού αγγίξουμε αυτούς τους λόγους, ας κάνουμε μερικές εισαγωγικές παρατηρήσεις που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε καλύτερα το ζήτημα.

Στις 11 Ιουνίου 1992 η Αρχιεπισκοπική Σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας αποφάσισε να «καθαιρέσει τον Μητροπολίτη Φιλάρετο (Ντενισένκο) ἐκ τοῦ ὑψηλοῦ τῆς Ἀρχιερωσύνης ὑπουργήματος, στερώντας τον όλων των δυνάμεων του ιερατείου και όλων των δικαιωμάτων που συνδέονται με αυτό» για την «σκληρή και αλαζονική στάση του στο υποταγμένο κλήρο, δικτατορία και εκβιασμό, για την εισφορά πειρασμού με τη συμπεριφορά και την προσωπική του ζωή στο περιβάλλον των πιστών, για την ψευδορκία, τη δημόσια συκοφαντία και βλασφημία κατά της Αρχιεπισκοπικής Συνόδου, ιεροτελεστίες, συμπεριλαμβανομένων χειροτονιών, βρισκόμενος στην κατάσταση απαγόρευσης, δημιουργία σχίσματος στην Εκκλησία».

Λίγο αργότερα, το 1997, στην Αρχιεπισκοπική Σύνοδο της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο Φιλάρετος εκδιώχθηκε και αναθεματίστηκε. Αυτή η απόφαση αναγνωρίστηκε από όλες τις Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες.

Πολύ σύντομα, συγκεκριμένα στις 24 Μαΐου 2019, ο Φιλάρετος μπορεί να απαγορευτεί σε λειτουργία (και στο μέλλον – και να αναθεματιστεί) από τους ίδιους «αρχιεπισκόπους» τους οποίους «χειροτόνησε», βρισκόμενος στην απαγόρευση και υπό ανάθεμα. Ειλικρινά, στην ιστορία της Εκκλησίας είναι πολύ δύσκολο να θυμηθούμε κάτι παρόμοιο.

Ακριβώς όπως είναι μάλλον δύσκολο να θυμηθούμε το ανάθεμα να ακυρωθεί από αυτούς που δεν το έδωσαν. 

Ανάθεμα στο Φιλάρετο είναι νόμιμη

Στις 11 Οκτώβρη του 2018 η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως εξέτασε την αίτηση του πρώην Μητροπολίτη του Κιέβου Φιλάρετο για την αφαίρεση αναθέματος από αυτόν, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ανάθεμα στον Ντενισένκο έχει επιβληθεί «όχι για δογματικούς λόγους», υπονοώντας έτσι ότι οι λόγοι ήταν πολιτικοί. Παρακάτω οι φαναριώτες έγραψαν ότι ο Φιλάρετος με τον επικεφαλής της UAOC Μακάριο Μαλέτιτς «αποκαταστάθηκαν κανονικά στην ιεραρχική ή ιερατική τους τάξη και οι οπαδοί τους αποκαταστάθηκαν στην κοινωνία με την Εκκλησία».

Πράγματι, σε πολλούς στην Ουκρανία και έξω θα μπορούσε να φανεί ότι οι αξιώσεις της Ρωσικής Εκκλησίας στον Φιλάρετο υπαγορεύονται όχι τόσο από το κανονιστικό έγκλημα του τελευταίου, όσο από τον εγκάρδιο και ανιδιοτελή αγώνα του για την ελευθερία της Ουκρανίας Εκκλησίας. Ωστόσο, τα γεγονότα που παρακολουθούμε εδώ και αρκετές εβδομάδες, υποδηλώνουν σαφώς ότι το ανάθεμα στον Φιλάρετο Ντενισένκο ήταν όσο ποτέ δίκαιο.

Η δήλωσή του ότι «είναι και θα είναι ο πατριάρχης», οι όροι που έθεσε στους εκπροσώπους του Πατριάρχη Βαρθολομαίου στη λεγόμενη «σύνοδο ενοποίησης» περί διοίκησής του στην «Εκκλησία», μόνιμη αυτοονομασία του ως πατριάρχη τονίζουν μόνο ότι αυτός ο άνθρωπος εσκεμμένα ασχολούταν και ασχολείται με την καταστροφή της Εκκλησίας του Χριστού. Για αυτό ακριβώς λόγο, στην ουσία, εκδιώχθηκε από την Εκκλησία. Όλες οι Ορθόδοξες Τοπικές Εκκλησίες μπόρεσαν τώρα να δουν μόνες τους αυτό το γεγονός με τα μάτια τους. Και ποιος μπορεί τώρα να πει ότι η βλασφημία εναντίον της Εκκλησίας δεν είναι δογματικός λόγος αποβολής από την Εκκλησία;

Εκ αναθέματος σαρκωθέντα και εκ αναθέματος γεννημένα

Σε αυτό το πλαίσιο τίθεται ένα απολύτως φυσικό ερώτημα – αν το ανάθεμα του Φιλάρετου είναι δίκαιο, τότε μήπως αυτό το γεγονός σημαίνει ότι ολόκληρη η σημερινή PCU, ως παιδί του Φιλάρετου, είναι απλώς μια συλλογή αναθεματικών λαϊκών; Η ερώτηση δεν είναι καθόλου απλή. Και ήδη ερωτείται, βεβαίως μόνο υπό μορφής αμφιβολίας για τις χειροτονίες του Φιλάρετου.

Άλλωστε, αν ο Φιλάρετος δίκαια στερήθηκε ιεροσύνης και καθηρέθη ἐκ τοῦ ὑψηλοῦ τῆς Ἀρχιερωσύνης ὑπουργήματος, τότε βάση τους κανόνες της Εκκλησίας δεν μπορούσε να εκτελεί θρησκευτικές τελετές και χειροτονίες. Ακόμη και αν όλες οι κατηγορίες είναι άδικες, έπρεπε να περιμένει να τελειώσει η δίκη (μετά εφέσεις που έχει υποβάλει σε όλα τα πιθανά δικαστήρια), και μέχρι τότε να μην λειτουργεί, να μην χειροτονεί κλπ. Όμως, όπως γνωρίζουμε, ο Φιλάρετος αποφάσισε ότι η ιστορία θα τον δικαιολογούσε και συνεπώς συνέχισε τον αγώνα του ενάντια στην Εκκλησία. Σε αυτόν τον αγώνα ακριβώς ενσαρκώθηκαν και γεννήθηκαν όλοι όσοι είναι σήμερα στη PCU και αντιτίθενται στον «πνευματικό τους πατέρα».

Οι Τοπικές εκκλησίες γνωρίζουν αυτό; Σίγουρα. Θέλουν να έχουν ευχαριστιακή κοινωνία με τους αναθεματισμένους; Όχι, φυσικά. Επιπλέον, υπογραμμίζουμε για μια ακόμη φορά ότι η ακκλησιασμός του Φιλάρετου δεν υπαγορεύτηκε από πολιτικούς λόγους, αλλά κανονιστικούς.

Μισό έτος χωρίς καμία κίνηση

Στις αρχές Ιανουαρίου ο Έξαρχος της Κωνσταντινούπολης, Αρχιεπίσκοπος Δανιήλ Ζελίνσκι δήλωσε ότι η αναγνώριση της PCU είναι θέμα μερικών μηνών: «Ο Δεσπότης Επιφάνειος έχει ήδη στείλει ειρηνικά γράμματα – τις αντιπροσωπευτικές του επιστολές που ενημερώνουν για την εκλογή του. Οι σημερινές ελληνικές εκκλησίες και οι Ρουμάνοι θα είναι μεταξύ των πρώτων, και στη συνέχεια η διαδικασία θα συνεχιστεί». Με όσους δεν θελήσουν να μας αναγνωρίσουν αμέσως θα χρειαστεί να δουλέψουμε «για να εξηγηθεί ο λόγος γιατί η Εκκλησία της Ουκρανίας πρέπει να αναγνωριστεί».

Διαβεβαίωσε ότι δεν θα υπάρξουν σημαντικά προβλήματα σε αυτό το θέμα: «Δεν περιμένω εδώ σημαντικά προβλήματα. Πιστεύω ότι με τις εκκλησίες της Σερβίας και της Αντιοχείας θα βρούμε αλληλοκατανόηση, χρειαζόμαστε μόνο λίγο χρόνο. Ορισμένες πολιτικές συνθήκες έχουν δημιουργηθεί σε αυτές τις περιοχές, οπότε χρειάζεται χρόνος για να τις επεξεργαστούμε».

Ωστόσο, έχει περάσει σχεδόν μισό έτος, αλλά η πολυπόθητη αναγνώριση δεν ήρθε ακόμη. Επιπλέον, όπως αποδείχθηκε, πρέπει να εργάζονται – μέχρι ιδρώτα κιόλας – με τους Ουκρανούς σχισματικούς, οι οποίοι οι ίδιοι δεν αναγνωρίζουν τον εαυτό τους.

Για παράδειγμα, οι οπαδοί του Επιφάνειου Ντουμένκο αναρωτιούνται γιατί ο Φιλάρετος, ο οποίος ο ίδιος προωθούσε τον Επιφάνειο στη θέση του προκαθήμενου, τώρα δεν του αναγνωρίζει κανένα δικαίωμα προκαθήμενου. Ο ίδιος ο Επιφάνειος κρατάει μούτρα στον «παππού της PCU» επειδή τον ταπεινώνει ως προκαθήμενο.

Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, εκτός από τον Φιλάρετο, υπάρχουν και άλλοι «επίσκοποι» μέσα στην PCU, οι οποίοι δεν βλέπουν στο νεαρό Σεργκέι Ντουμένκο τα χαρακτηριστικά του προκαθήμενου και είναι απίθανο να υπακούσουν στις «ιεραρχικές» του διαταγές. Σε αυτήν την κατάσταση ο Ντουμένκο θα πρέπει να αναζητά συνεχώς βοήθεια από το Φανάρι και να εκφοβίζει τους διαφωνούντες με τις απαγορεύσεις και τις τιμωρίες της «Μητέρας Εκκλησίας», γεγονός που θα υπογραμμίσει μόνο: η PCU είναι μόνο η μητρόπολη της Κωνσταντινούπολης και ο «προκαθήμενός της» δεν αποφασίζει τίποτα μόνος του. Το πρώτο παράδειγμα είναι η πρόσφατη επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Δανιήλ στην Ουκρανία.

Ωστόσο, αυτή η κατάσταση θα υπονομεύσει περαιτέρω τη τόσο μετριοπαθή εξουσία του Επιφάνειου, και το Φανάρι θα αντιμετωπίσει το αναπόφευκτο ζήτημα, ποιος θα τον αντικαταστήσει. Είναι σαφές ότι σε μια τέτοια κατάσταση είναι ανόητο και αβάσιμο να απαιτεί ή απλά να ζητάει την αναγνώριση αυτής δυσνόητης δομής. Πώς μπορούν να αναγνωριστούν οι άνθρωποι που δεν αναγνωρίζονται από τους ίδιους των εαυτό τους; Από την άλλη πλευρά, ως ποιοι να αναγνωριστούν – ως αυτοκέφαλη και ανεξάρτητη Εκκλησία ή μόνο Μητρόπολη του Κιέβου του Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης;

«Κανείς δεν θα μας αναγνωρίσει»

Οι ίδιοι οι σχισματικοί κατανοούν ότι μια τόσο μεγάλη έλλειψη αναγνώρισης μπορεί ήδη να χαρακτηριστεί ως πολύ σοβαρό πρόβλημα.

Ο Φιλάρετος γενικά πιστεύει ότι οι προοπτικές νομιμοποίησης του δημιουργήματός του είναι μηδενικές: «Τώρα λέτε ότι χρειαζόμαστε την αναγνώριση άλλων Εκκλησιών. Και πρέπει να καταστρέψουμε το Πατριαρχείο του Κιέβου, ώστε να μας αναγνωρίσουν και άλλες Εκκλησίες. Είναι αλήθεια ή όχι; Δεν είναι αλήθεια. Καμία από τις άλλες Εκκλησίες δεν θα αναγνωρίσει την Ουκρανική Εκκλησία, όχι μόνο ως πατριαρχείο, αλλά και ως Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (PCU – επιμελητής). Και το βλέπουμε στην πραγματικότητα. Ακόμη και εκείνες οι Εκκλησίες που τείνανε στην αναγνώριση της Ουκρανικής Εκκλησίας ως αυτοκέφαλη, αν ο Οικουμενικός Πατριάρχης δώσει Τόμο, τώρα οι ίδιες Εκκλησίες αρνούνται, όχι ανοιχτά, αλλά με διάφορα προσχήματα. Αλλά ούτε η Ελληνική, ούτε η Κυπριακή, ούτε των Ιεροσολύμων, ούτε της Αλεξανδρείας οι Εκκλησίες δεν έχουν ενότητα προσευχής με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας. Δεν μιλάω για τις εκκλησίες της Σερβίας ή της Βουλγαρίας. Και μέχρι στιγμής δεν βλέπω τρόπους για την αναγνώριση».

Στην πραγματικότητα, με τα δικά του λόγια, έδωσε στον Βαρθολομαίο να καταλάβει σαφώς ότι δεν εκπλήρωσε τις υποσχέσεις του. Και για τον Φιλάρετο αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους έκανε το demarche κατά του Φαναρίου – η αναγνώριση δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει!

Αποδεικνύεται ότι ο Ντενισένκο συμφώνησε στον Τόμο μόνο για να νομιμοποιηθεί η «Εκκλησία» του. Κατανοούσε απολύτως καλά ότι οι όροι που το Φανάρι έθεσε σ’ αυτόν ήταν εντελώς υποδουλωτικοί, ότι δεν μπορεί να υπάρξει ζήτημα ανεξαρτησίας. Και παρά ταύτα, υπέγραψε τα έγγραφα. Υπέγραψε επειδή ήταν σίγουρος ότι όλα θα ήταν γρήγορα και όχι επώδυνα. Ένας μήνα ή δύο το πολύ. Ωστόσο, στην πραγματικότητα αποδείχθηκε ότι όλα δεν είναι τόσο απλά όσο στα λόγια, και αντί αναγνώρισης οι ορθόδοξες εκκλησίες θέτουν όλο και περισσότερες ερωτήσεις, καταδεικνύοντας έτσι σαφώς τη θέση τους σε αυτό το θέμα.

Ο αγώνας για το πατριαρχείο ή «Αργά ή γρήγορα θα μας αναγνωρίσουν»

Σε αυτήν την κατάσταση ο Επιφάνειος αναγκάζεται να εξηγεί (και όχι μόνο στον Φιλάρετο) γιατί δεν υπάρχει αναγνώριση και πότε θα είναι. Τον Απρίλιο δήλωσε ότι «αργά ή γρήγορα όλες οι εκκλησίες θα αναγνωρίσουν την PCU».

Ωστόσο, ο πολλές φορές χρησιμοποιημένος τύπος του Φιλάρετου «αργά ή γρήγορα», που τον έχουν βαρεθεί όλοι για πολλά χρόνια χρήσης, δεν ικανοποιεί τους υποστηρικτές του Ντουμένκο και μέσα σε ένα μήνα αναγκάζεται να υποσχεθεί λίγο πολύ αποδεκτές προθεσμίες αναγνώρισης: «Διαπραγματευόμαστε με κάποιες Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά όχι επίσημα. Προκειμένου να μην εμποδιστεί η διαδικασία αναγνώρισης. Και σταδιακά, πιστεύω ότι κατά τη διάρκεια αυτού του έτους, αρκετές Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες θα πρέπει να αναγνωρίσουν την αυτοκέφαλη – αυτή τη δράση του Οικουμενικού Πατριάρχη σε σχέση με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας».

Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι την πλήρη αποτυχία ολόκληρης αυτής της απάτης με τον Τόμο ο Επιφάνειος εξηγεί με το γεγονός ότι κάθε Εκκλησία πρέπει να ξανασκεφτεί το ζήτημα της ουκρανικής αυτοκέφαλης και να το μελετήσει λεπτομερώς. Και επειδή η διαδικασία αυτή απαιτεί χρόνο, καθώς και η υιοθέτηση μιας απόφασης συνόδου, κανείς απλά δεν κατάφερε να αναγνωρίσει τη νέα εκκλησιαστική δομή. Εδώ και πέντε μήνες οι Τοπικές Εκκλησίες επανεξετάζουν αυτό το θέμα και δεν το καταφέρνουν με τίποτα. Ως εκ τούτου, το μόνο που μένει στον Ντουμένκο είναι να πιστέψει: «Πιστεύω όμως ότι στο εγγύς μέλλον αρκετές Εκκλησίες θα αναγνωρίσουν αυτή την πράξη διακήρυξης της αυτοκέφαλης της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας (PCU – επιμελητής)».

Από την άλλη πλευρά τα λόγια «αργά ή γρήγορα θα μας αναγνωρίσουν» είναι η «πίστη» του Φιλάρετου και η μάντρα του, την οποία χρησιμοποιεί εδώ και σχεδόν 30 χρόνια. Ο αγώνας για το «πατριαρχείο» είναι ο στόχος που οι Ουκρανοί σχισματικοί έθεταν και θέτουν για τον εαυτό τους. Τι άλλαξε λοιπόν μετά τον Τόμο; Η ανεξαρτησία όπως δεν υπήρχε έτσι και δεν υπάρχει, καθώς και η νομιμότητα από την πλευρά της Παγκόσμιας Ορθοδοξίας. Οι στόχοι παραμένουν ίδιοι. Πώς δικαιολογείται ο Τόμος; Έφερε ενότητα στον ουκρανικό λαό, θεράπευσε το σχίσμα; Όλα αυτά τα ερωτήματα πρέπει να απαντηθούν με μία λέξη μόνο – «όχι».

Ο Τόμος δεν κατάφερε να εκπληρώσει το ρόλο του

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο οποίος διακήρυξε την αυτοκέφαλη της PCU, ανέφερε ως κύριο λόγο το γεγονός ότι ο Τόμος θα ξεπεράσει τον διαχωρισμό, θα ενώσει τους Ουκρανούς και θα λύσει τα αιώνια προβλήματά τους. Αλλά στο τέλος εμφανίστηκαν περισσότερα προβλήματα, ενώ η ενότητα όπως ήταν έτσι και παραμένει απούσα.

Επιπλέον, γίνεται όλο και πιο προφανές ότι οι διαβεβαιώσεις του Φιλάρετου, καθώς και του πρώην Πρόεδρου της Ουκρανίας και της Verkhovna Rada (Βουλή της Ουκρανίας), ότι όλοι οι Ουκρανοί είναι πρόθυμοι να αποκτήσουν αυτοκέφαλη ελευθερία, δεν αληθεύουν. Για παράδειγμα, ο ίδιος ο Φιλάρετος δικαιολογεί το αναπόφευκτο της αναγνώρισης της PCU με το γεγονός ότι «η ουκρανική εκκλησία είναι μεγάλη», δεύτερη στον κόσμο μετά το Πατριαρχείο της Μόσχας και 44-48% του πληθυσμού της χώρας την υποστηρίζουν.

Αλλά τα λόγια του «πνευματικού του δασκάλου» αντικρούει ο Επιφάνειος, ο οποίος ισχυρίζεται ότι η PCU μόλις καλείται να γίνει η μεγαλύτερη «Εκκλησία» της Ουκρανίας: «Έχουμε πολλά να κάνουμε για να αναγνωριστούμε από άλλες Εκκλησίες, να καθιερωθούμε, να γίνουμε η μεγαλύτερη Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ουκρανία, και τότε θα μπορέσουμε να μιλήσουμε για την αναβάθμιση της κατάστασης μέχρι το πατριαρχείο».

Παραδέχεται ότι σήμερα η οργάνωσή του αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, γεγονός που δείχνει έμμεσα έλλειψη λαϊκής υποστήριξης. Αλλά ακόμα κι αν η PCU ήταν η μεγαλύτερη Εκκλησία της Ουκρανίας, αυτό δεν θα έφερνε την αναγνώρισή της από άλλες Εκκλησίες ούτε ένα χιλιοστό πιο κοντά, γιατί το επιχείρημα του μεγέθους δεν ήταν ποτέ καθοριστικό. Για να δικαιολογηθεί η ανάγκη για αυτοκέφαλη πάντα υπογραμμιζόταν το γεγονός της ύπαρξης ενότητας στο θέμα αυτό μεταξύ των ορθόδοξων χριστιανών της χώρας στην οποία δίνεται αυτή η αυτοκέφαλη. Πράγμα ανύπαρκτό στην προκειμένη περίπτωση.

Δηλαδή, ο Τόμος δεν εκπλήρωσε το στόχο που του είχε οριστεί – δεν μπόρεσε να ενώσει όλους τους Ορθόδοξους Ουκρανούς σε μια Τοπική εκκλησία, πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπάρχει κανένας σε ποίον θα έπρεπε να δοθεί η αυτοκεφαλία. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία ενότητα ακόμη και μεταξύ εκείνων που έλαβαν αυτό το Τόμο, το οποίο μπορεί ήδη να χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα για την απόσυρσή του.

Δε θα υπάρχει αναγνώριση

Ναι, μπορούμε να μιλήσουμε για αυτό με σιγουριά. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται όχι μόνο από τα επιχειρήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω, αλλά και από τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, τα οποία συνδέονται με τη θέση άλλων Εκκλησιών επί του θέματος.

Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος, ο οποίος δήλωσε την προθυμία του να ενεργήσει ως μεσολαβητής στο «ουκρανικό ζήτημα», συναντήθηκε στις 18 Απριλίου με τους Αρχιεπισκόπους Αλεξανδρείας, Αντιόχειας και των Ιεροσολύμων. Αργότερα εξέφρασε την επιθυμία του να επισκεφθεί Εκκλησίες Σερβίας, Βουλγαρίας και Ελλάδας. Και πάλι, για να συζητήσει το «ουκρανικό ζήτημα» με τους Αρχιεπισκόπους αυτών των Εκκλησιών.

Σύμφωνα με μια δίκαιη παρατήρηση του blogger Alexander Voznesensky, ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος «δήλωσε ότι ο Αρχιεπίσκοπος της Αλβανικής Εκκλησίας δεν απομακρύνθηκε από τις διαπραγματεύσεις για το ουκρανικό θέμα. Προστατεύοντας την ιδιότητα μέλους της Αλβανικής Εκκλησίας σε αυτή τη διαδικασία, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου καθιστά σαφές ότι οι πιο σκληρές και ασυμβίβαστες φωνές για τον Βαρθολομαίο και την PCU δεν θα σωπαθούν για χάρη του σεβασμού προς την Καθέδρα της Κωνσταντινούπολης... Φαίνεται αρκετά θετικό. Εξάλλου, η συντριπτική πλειοψηφία της Εκκλησίας της Κύπρου είναι θετική για την κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας και δεν αναγνωρίζει τους PCU. Πολλοί ιεράρχες αυτής της Εκκλησίας ονομάζουν σε ιδιωτικές συνομιλίες τους εκπροσώπους της PCU "σχισματικούς". Ως εκ τούτου, η Κύπρος ως πλατφόρμα διαπραγματεύσεων είναι σίγουρα η υποστήριξη της κανονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας και η συντριπτική ήττα του Βαρθολομαίου και της PCU».

* * *

Προφανώς, η ελπίδα για την ταχεία αναγνώριση των Ουκρανών σχισματικών από την παγκόσμια Ορθοδοξία σήμερα δεν έχει καθόλου προοπτικές, ενώ η διάσπαση στο ίδιο το σχίσμα απειλεί με απαγορεύσεις από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Μπορούμε να πούμε ότι ο «κεραυνοβόλος πόλεμος» που σκέφτηκαν στο Φανάρι, απέτυχε. Όποια και αν είναι η περαιτέρω τύχη των Ουκρανών σχισματικών, ένα πράγμα είναι σαφές – η Εκκλησία επέζησε και αυτή τη φορά και δεν υπέκυψε στην πρόκληση από την καθέδρα του Βυζαντινού κράτους.

Επιπλέον, τώρα είναι δυνατόν και αναγκαίο να μιλήσουμε όχι μόνο για την τύχη της PCU αλλά και για την τύχη του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, που, παραβιάζοντας τους κανόνες, αποφάσισε να δοκιμάσει την ιερατική παπική τιάρα, ξεχνώντας ότι ο επικεφαλής της Εκκλησίας είναι ο Χριστός. Τι θα συμβεί με αυτή τη καθέδρα, θα το δούμε λίαν συντόμως.

Εάν παρατηρήσετε κάποιο σφάλμα, επιλέξτε το απαιτούμενο κείμενο και πατήστε Ctrl+Enter ή Υποβολή σφάλματος για να το αναφέρετε στους συντάκτες.
Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επιλέξτε το με το ποντίκι και πατήστε Ctrl+Enter ή αυτό το κουμπί Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επισημάνετε το με το ποντίκι και κάντε κλικ σε αυτό το κουμπί Το επισημασμένο κείμενο είναι πολύ μεγάλο!
Διαβάστε επίσης